Είδαμε τις προηγούμενες ημέρες στο χαρακτηριστικό βίντεο από τη συνεδρίαση της Βουλής στις 30/11/2018 τον Υπουργό
ΠΕΝ να λέει "οι λιγνίτες έχουν πρόγραμμα,
όταν τελειώνει η ζωή της λιγνιτικής μονάδας αποσύρεται, αυτός είναι ο
Μακροχρόνιος Ενεργειακός Προγραμματισμός". Οπότε βεβαίως το
ερώτημα που ανακύπτει είναι πότε "τελειώνει" η ζωή της κάθε μιας
λιγνιτικής μονάδας και τι στην πραγματικότητα εννοεί ο Υπουργός, αν και το
σαρδόνιο χαμόγελό του την ώρα που το 'λεγε αποκαλύπτει τις ενδόμυχες προθέσεις
του. Ο τύπος απλά μας δουλεύει ψιλό γαζί κι αυτό να το θυμηθούμε στις εκλογές
που έρχονται.
Τον Μάιο 1997 το Τεχνικό
Επιμελητήριο είχε διοργανώσει μια διημερίδα με θέμα "Λιγνίτης και λοιπά στερεά καύσιμα της χώρας μας: παρούσα
κατάσταση και προοπτικές". Τα πρακτικά της διημερίδας είχαν
δημοσιευθεί στα Τεχνικά Χρονικά, το επιστημονικό περιοδικό που εξέδιδε
τότε το
ΤΕΕ. Απ' τα πρακτικά είναι ο πιο πάνω πίνακας με τα έτη έναρξης
λειτουργίας των
μονάδων και την προγραμματιζόμενη διάρκεια ζωής, (από εισήγηση του
ομότιμου
καθηγητή ΕΜΠ και παλαιού Προέδρου της ΔΕΗ Γ. Γκρος). Στον πίνακα βεβαίως
δεν
περιλαμβάνεται η μονάδα Μελίτη Ι, ισχύος 330MW, η μόνη λιγνιτική μονάδα
που
κατασκευάστηκε μετά τη διημερίδα και τέθηκε σε λειτουργία το 2002. Και
φυσικά
δεν περιλαμβάνεται η υπό κατασκευή μονάδα Πτολεμαΐδα 5, που ήταν να
λειτουργήσει το 2020 και πλέον ελπίζεται να λειτουργήσει το 2021. Για
όποιον Υπουργό ή μη δεν το κατάλαβε, η διάρκεια ζωής των μονάδων στον
πιο πάνω πίνακα σημαίνει πως η Μελίτη Ι πρέπει να παραμείνει σε λειτουργία μέχρι το 2050 και η Πτολεμαΐδα 5 μέχρι το 2065-70, διασφαλίζοντας μέχρι τότε και την τηλεθέρμανση σε Φλώρινα και Πτολεμαΐδα αντίστοιχα.
Οι πιο παλιές μονάδες του πίνακα,
Λιπτόλ Ι & ΙΙ, Πτολεμαΐδα Ι, ΙΙ, Μεγαλόπολη Α Ι & ΙΙ έχουν ήδη
αποσυρθεί. Ωστόσο ΔΕΝ αποσύρθηκαν στις χρονολογίες που αναφέρονται στον πίνακα,
αλλά οι 4 πρώτες ...
αρκετά αργότερα, από 5 έως και 10 χρόνια κατά περίπτωση, ενώ της Μεγαλόπολης νωρίτερα, παρατείνοντας τη ζωή της Μεγαλόπολη ΙΙΙ. Οι μονάδες Πτολεμαΐδα
ΙΙΙ & ΙV καταστράφηκαν στη
μεγάλη πυρκαϊά του Νοεμβρίου 2014 και η επισκευή τους κρίθηκε ότι
δεν ήταν οικονομικά εφικτή λόγω αδυναμίας συμμόρφωσης από 1.1.2016 με την
Κοινοτική Οδηγία για τις Βιομηχανικές Εκπομπές.
Οι υπόλοιπες μονάδες παραμένουν σε
λειτουργία και οι 3 απ' αυτές (Μελίτη, Μεγαλόπολη (Α) ΙΙΙ και Μεγαλόπολη (Β) IV
έχουν βγει για (ξε)πούλημα, προκειμένου ν'
αποδιοργανωθεί περαιτέρω η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στη χρεοκοπημένη Ελλάδα.
Η παράταση της λειτουργίας τους μετά την 1.1.2016 εξαρτάται πλέον και από τη
συμμόρφωσή τους με την Κοινοτική Οδηγία για τις Βιομηχανικές Εκπομπές. Π.χ., οι
4 μονάδες του ΑΗΣ Καρδιάς, του 2ου μεγαλύτερου λιγνιτικού ΑΗΣ της χώρας, δεν
είναι πλέον συμβατές με την Οδηγία και θ' αποσυρθούν λίγα χρόνια νωρίτερα απ'
την πρόβλεψη του πίνακα, καθώς, επιπλέον, τη δεκαετία του 1960 είχαν
χωροθετηθεί πάνω σε λιγνιτικό κοίτασμα.
Όταν λοιπόν ο ΥΠΕΝ λέει πως οι
μονάδες αποσύρονται όταν τελειώσει η διάρκεια ζωής τους, αυτό ΛΟΓΙΚΑ σημαίνει
πως οι μονάδες παραμένουν για διάρκεια 48-52 ετών, εφόσον φυσικά υπάρχει
λιγνίτης για την τροφοδοσία τους. Μόνο στα ήδη ανοικτά ορυχεία υπάρχουν ακόμα 1 δισεκατομμύριο τόνοι απολήψιμου λιγνίτη,
που επιτρέπουν τη συνέχιση της λειτουργίας τους,
αν το επιτρέψουν οι πολιτικοί. Οπότε εκεί ακριβώς βρίσκεται το
πρόβλημα: όπως κάνουν διακομματικά τα τελευταία 20 χρόνια, για ακόμα μια φορά
οι πολιτικοί ΔΕΝ αφήνουν το λιγνίτη να ηλεκτροδοτήσει τη χώρα. Κι αυτό
αποτυπώνεται ξεκάθαρα στη σελ. 215 του δήθεν "Εθνικού" Σχεδίου για
την Ενέργεια & το Κλίμα (ΕΣΕΚ): η "Καθαρή Ηλεκτροπαραγωγή [GWh]",
που προβλέπει είναι μόλις 12054GWh το 2020, 10023GWh το 2025, 9317GWh το 2030,
5421GWh το 2035 και 4598GWh το 2040). Οι ποσότητες αυτές είναι πολύ κάτω απ' τις παραγωγικές
δυνατότητες των λιγνιτικών μονάδων που δεν θα έχουν συμπληρώσει στις
αντίστοιχες χρονολογίες τη διάρκεια ζωής τους και θα παραμένουν σε λειτουργία.
Και φυσικά ούτε λόγος πλέον για προοπτική κατασκευής της Μελίτη ΙΙ, μιας
μονάδας που, να μην το ξεχνούμε, είχε δημοπρατηθεί στο παρελθόν.
Οι λιγνιτικές μονάδες καλύπτουν το
"φορτίο βάσης" του ηλεκτροδοτικού συστήματος της χώρας και
προκειμένου να είναι όσο πιο οικονομικά συμφέρουσα η λειτουργία τους,
ανεξαρτήτως αν ανήκουν στη ΔΕΗ ή σε τρίτους, πρέπει να δουλεύουν τουλάχιστον
6500 ώρες το χρόνο. Δυστυχώς οι συντάκτες του ΕΣΕΚ είτε δεν αντιλαμβάνονται την
έννοια του φορτίου βάσης είτε προτιμούν να καλύψουν το φορτίο βάσης με μονάδες
φυσικού αερίου, για εντελώς ευνόητους λόγους. Και στις δυο περιπτώσεις αυτό
είναι όχι απλά λάθος, αλλά έγκλημα σε βάρος του λαού και του τόπου. Και στέλνει
το λογαριασμό σε όλους μας.