Ταχεία ιδιωτικοποίηση των τομέων ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου εντός του 2012,
ζητά από την κυβέρνηση η Κομισιόν, που βγάζει και πάλι τη γνωστή
κίτρινη κάρτα στην Ελλάδα για τις πολλές καθυστερήσεις της στον τομέα
της Ενέργειας.
Σε μια έκθεση που στο σκέλος τουλάχιστον των ενεργειακών θυμίζει εν
πολλοίς τις παλαιότερες, (αφού στο μεταξύ δεν έχουν αλλάξει και πολλά
πράγματα) η Κομισιόν αφού καταγράφει μια προς μία τις
καθυστερήσεις στο συγκεκριμένο κεφάλαιο, επισημαίνει προς την κυβέρνηση
την ανάγκη «να ολοκληρωθεί γρήγορα» η διαδικασία ιδιωτικοποίησης των
τομέων ηλεκτρισμού και αέριου, καλώντας την παράλληλα να εξορθολογήσει
το θεσμικό πλαίσιο, που θα πρέπει να περιλαμβάνει «γνήσιο διαχωρισμό και
πλήρες άνοιγμα των δύο αγορών».
Κατά τ’ άλλα, η έκθεση Μπαρόζο επισημαίνει τα γνωστά, ότι δηλαδή «στον
τομέα της ενέργειας κυριαρχούν λίγες κρατικές επιχειρήσεις με χαμηλή παραγωγικότητα, οι οποίες εξακολουθούν να έχουν μια οιονεί μονοπωλιακή θέση στην αγορά». Τονίζει με νόημα πως «η συνολική απόδοση της ηλεκτροπαραγωγής είναι από τις χαμηλότερες της
Ευρώπης, ότι η Ελλάδα συνεχίζει να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα
ορυκτά καύσιμα (το μεγαλύτερο μέρος της ηλεκτροπαραγωγής βασίζεται στο
λιγνίτη), και πως τα περισσότερα νησιά παραμένουν απομονωμένα χωρίς
διασυνδέσεις, και εξαρτώνται από γεννήτριες ντίζελ και πετρέλαιο».
Επισημαίνει ότι οι «διαχειριστές του συστήματος μεταφοράς δεν έχουν ακόμη πλήρως διαχωρισμένες δραστηριότητες», ότι οι «βιομηχανικοί πελάτες διαμαρτύρονται πως καλούνται να πληρώσουν από τις υψηλότερες τιμές ενέργειας στην Ευρώπη», ενώ «τα δίκτυα ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου πρέπει να εκσυγχρονιστούν».
Ιδιωτικοποίηση ΔΕΗ, ΔΕΠΑ
Όσο για την ιδιωτικοποίηση των τομέων φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού,
επισημαίνει ότι παρέχει τη δυνατότητα ενίσχυσης της αποδοτικότητας, ότι η
διαδικασία θα πρέπει να ολοκληρωθεί γρήγορα (εντός του 2012) και με ένα σωστό πλαίσιο, το οποίο να περιλαμβάνει γνήσιο διαχωρισμό και πλήρες άνοιγμα των δύο αγορών.
«Πρόσβαση χωρίς διακρίσεις»
«Προαπαιτούμενο για να έρθουν επενδύσεις είναι ένας ανοικτός-
λειτουργικός ενεργειακός τομέας που θα επιτρέπει στα δίκτυα και στις
υποδομές τους την πρόσβαση σε κάθε επενδυτή χωρίς διακρίσεις»,
αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Διαβάζοντας την εκτενή αναφορά της έκθεσης στο κεφάλαιο «Ενέργεια»,
δύσκολα θα βρει κανείς ένα τομέα όπου – σύμφωνα με την Κομισιόν
τουλάχιστον- να έχει σημειωθεί πρόοδος, παρ’ ότι είναι συχνή η
επισήμανση για το πόσο μπορεί να συμβάλει ο χώρος αυτός στην οικονομική
ανάπτυξη της Ελλάδας, και ειδικά οι μεγάλης κλίμακας επενδύσεις σε ΑΠΕ.
Προϋπόθεση ωστόσο για να γίνει αυτό είναι «η ηλεκτρική διασύνδεση των
νησιών με την ηπειρωτική χώρα», ενώ όσο για την εξαγωγή ηλεκτρισμού προς
την υπόλοιπη Ευρώπη, «απαραίτητη είναι η ενίσχυση του ηπειρωτικού
δικτύου μεταφοράς». Ειδικά πάντως για τις ΑΠΕ, μιλά και για την ανάγκη αλλαγής του συστήματος στήριξής τους, χωρίς να δίνει περαιτέρω διευκρινήσεις, πιθανώς υπονοώντας μετάβαση από το Feed In Tariff στο Feed in Premium.
«…Τεράστιες προκλήσεις…»
Κάνει επίσης ειδική μνεία στο σχέδιο «Ήλιος» λέγοντας
ότι θα μπορούσε να αποτελέσει εφαλτήριο για μια πραγματικά ολοκληρωμένη
αγορά ενέργειας από ΑΠΕ, βοηθώντας ταυτόχρονα στην ανάκαμψη της
ελληνικής οικονομίας, αλλά που προϋποθέτει επενδύσεις σε δίκτυα, στις
οποίες μπορούν να συμβάλλουν τα ευρωπαϊκά προγράμματα TEN-E, καθώς και Connecting Europe Facility.
«Στον τομέα της ενέργειας η Ελλάδα αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις»,
σημειώνεται καθώς «η χώρα έχει την ευκαιρία να βρεθεί στην
εμπροσθοφυλακή της βιώσιμης παραγωγής ενέργειας». Κι αυτό διότι «λίγες
ευρωπαϊκές χώρες επωφελούνται από μια τέτοια ποικιλία ΑΠΕ, όπως άφθονη
αιολική, ηλιακή και υδροηλεκτρική ενέργεια, βιομάζα και γεωθερμία, που
αποτελούν μια τεράστια ευκαιρία για την Ελλάδα».
«Πύλη για την ευρωπαϊκή αγορά αερίου»
Για τον τομέα του φυσικού αερίου, η έκθεση μιλά για τη γεωπολιτική και
στρατηγική θέση της Ελλάδας, τη δυνατότητα μετατροπή της σε κόμβο αερίου
–«είναι ευρωπαϊκή πύλη των ποσοτήτων που παράγονται σε Κασπία και Αν.
Ευρώπη»- με προϋπόθεση τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων αποθήκευσης
αερίου και των δικτύων αγωγών, όσο και οι επενδύσεις σε νέα έργα
κατασκευής αγωγών.