Στα επίπεδα του 2004 επέστρεψε η Ελλάδα σε ότι αφορά στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, μετά και τη νέα πτώση της ζήτησης την προηγούμενη χρονιά.
Το 2012 συνεχίστηκε για 4η συνεχή χρονιά η πτώση στην καθαρή ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας καθώς διαμορφώθηκε στις 50.289,2 γιγαβατώρες, μειωμένη έναντι του 2011 κατά 2,34%, αλλά και κάτω από τις 50.953 γιγαβατώρες του 2004.
Συγκριτικά πάντως με το 2008, τελευταία χρονιά που υπήρξε αύξηση της ζήτησης, και η Ελλάδα έμπαινε στο τούνελ της κρίσης, η ζήτηση του 2012 ήταν μειωμένη κατά 9,67% (το 2008 η καθαρή ζήτηση ήταν ηλεκτρικής ενέργειας ήταν 55.675 γιγαβατώρες).
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ, η μείωση της ζήτησης κάλυψε όλες τις κατηγορίες καταναλωτών, δηλαδή υψηλή τάση (ενεργοβόρες βιομηχανίες), μέση και χαμηλή τάση (μεταποίηση, εμπόριο, κατοικία).
Έναντι του 2011 η μεγαλύτερη πτώση παρατηρήθηκε στη χαμηλή (- 2,51%), ενώ χαμηλότερη είναι στην υψηλή τάση και ανέρχεται σε -1,60%. Ωστόσο, έναντι του 2008, η μεγαλύτερη μείωση που ανέρχεται σε 13,64%, καταγράφεται στην υψηλή τάση, από το δίκτυο της οποίας τροφοδοτούνται οι μεταλλουργίες, χαλυβουργίες και τσιμεντοβιομηχανίες.
Η παραγωγή των βιομηχανιών αυτών έχει μειωθεί δραματικά λόγω της οικονομικής κρίσης, των ακριβών τιμών με τις οποίες πουλά το ηλεκτρικό η ΔΕΗ και της υπερβάλλουσας φορολογίας που επιβλήθηκε στην ενέργεια γενικώς. Στις υπόλοιπες κατηγορίες η υποχώρηση της ζήτησης έναντι του 2008, ανέρχεται σε 9,62%.
Μία άλλη σημαντική παράμετρος που πρέπει να επισημανθεί, είναι η δραματική πτώση των καθαρών εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από τις γειτονικές χώρες. Αυτές ανήλθαν σε 1.784 γιγαβατώρες και έναντι του 2011 και ήταν μειωμένες κατά 44,8%, ενώ έναντι του 2008 κατά 68,2%. Επίσης το 2012 η εκτεταμένη παραγωγή κυρίως φωτοβολταϊκών, αύξησε σημαντικά το ποσοστό συμμετοχής των ΑΠΕ στην κάλυψη της ζήτησης.
Συγκεκριμένα η παραγωγή από μονάδες ΑΠΕ (αιολικά, φωτοβολταϊκά, μικρά υδροηλεκτρικά κλπ), το 2012 ανήλθε σε 3.113,4 γιγαβατώρες αυξημένη κατά 22,81% έναντι του 2011, με συμμετοχή 6,19% στην κάλυψη της ζήτησης. Τα αντίστοιχα ποσά το 2008 ήταν 1568,9 γιγαβατώρες και 2,80%.
Τέλος, οι σταδιακές αλλαγές στο ηλεκτρικό σύστημα λόγω κρίσης και αύξησης της συμμετοχής των ΑΠΕ (και μάλιστα ως διεσπαρμένη παραγωγή μέσα στον οικιστικό ιστό) στο ισοζύγιο, έχουν σχετικά θετικές επιπτώσεις στη διαμόρφωση των "αιχμών".
Έτσι, ενώ το 2008 η αιχμή του έτους (η υψηλότερη καταγραμμένη ζήτηση) ήταν 10.393 μεγαβάτ στις 3 το απόγευμα της 22ης Ιουλίου, το 2012 η αιχμή περιορίστηκε στα 9.894 μεγαβάτ και εμφανίστηκε στις 3 το μεσημέρι της 16ης Ιουλίου.
Μιχάλης Καϊταντζίδης
(euro2day.gr)
Το 2012 συνεχίστηκε για 4η συνεχή χρονιά η πτώση στην καθαρή ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας καθώς διαμορφώθηκε στις 50.289,2 γιγαβατώρες, μειωμένη έναντι του 2011 κατά 2,34%, αλλά και κάτω από τις 50.953 γιγαβατώρες του 2004.
Συγκριτικά πάντως με το 2008, τελευταία χρονιά που υπήρξε αύξηση της ζήτησης, και η Ελλάδα έμπαινε στο τούνελ της κρίσης, η ζήτηση του 2012 ήταν μειωμένη κατά 9,67% (το 2008 η καθαρή ζήτηση ήταν ηλεκτρικής ενέργειας ήταν 55.675 γιγαβατώρες).
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ, η μείωση της ζήτησης κάλυψε όλες τις κατηγορίες καταναλωτών, δηλαδή υψηλή τάση (ενεργοβόρες βιομηχανίες), μέση και χαμηλή τάση (μεταποίηση, εμπόριο, κατοικία).
Έναντι του 2011 η μεγαλύτερη πτώση παρατηρήθηκε στη χαμηλή (- 2,51%), ενώ χαμηλότερη είναι στην υψηλή τάση και ανέρχεται σε -1,60%. Ωστόσο, έναντι του 2008, η μεγαλύτερη μείωση που ανέρχεται σε 13,64%, καταγράφεται στην υψηλή τάση, από το δίκτυο της οποίας τροφοδοτούνται οι μεταλλουργίες, χαλυβουργίες και τσιμεντοβιομηχανίες.
Η παραγωγή των βιομηχανιών αυτών έχει μειωθεί δραματικά λόγω της οικονομικής κρίσης, των ακριβών τιμών με τις οποίες πουλά το ηλεκτρικό η ΔΕΗ και της υπερβάλλουσας φορολογίας που επιβλήθηκε στην ενέργεια γενικώς. Στις υπόλοιπες κατηγορίες η υποχώρηση της ζήτησης έναντι του 2008, ανέρχεται σε 9,62%.
Μία άλλη σημαντική παράμετρος που πρέπει να επισημανθεί, είναι η δραματική πτώση των καθαρών εισαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από τις γειτονικές χώρες. Αυτές ανήλθαν σε 1.784 γιγαβατώρες και έναντι του 2011 και ήταν μειωμένες κατά 44,8%, ενώ έναντι του 2008 κατά 68,2%. Επίσης το 2012 η εκτεταμένη παραγωγή κυρίως φωτοβολταϊκών, αύξησε σημαντικά το ποσοστό συμμετοχής των ΑΠΕ στην κάλυψη της ζήτησης.
Συγκεκριμένα η παραγωγή από μονάδες ΑΠΕ (αιολικά, φωτοβολταϊκά, μικρά υδροηλεκτρικά κλπ), το 2012 ανήλθε σε 3.113,4 γιγαβατώρες αυξημένη κατά 22,81% έναντι του 2011, με συμμετοχή 6,19% στην κάλυψη της ζήτησης. Τα αντίστοιχα ποσά το 2008 ήταν 1568,9 γιγαβατώρες και 2,80%.
Τέλος, οι σταδιακές αλλαγές στο ηλεκτρικό σύστημα λόγω κρίσης και αύξησης της συμμετοχής των ΑΠΕ (και μάλιστα ως διεσπαρμένη παραγωγή μέσα στον οικιστικό ιστό) στο ισοζύγιο, έχουν σχετικά θετικές επιπτώσεις στη διαμόρφωση των "αιχμών".
Έτσι, ενώ το 2008 η αιχμή του έτους (η υψηλότερη καταγραμμένη ζήτηση) ήταν 10.393 μεγαβάτ στις 3 το απόγευμα της 22ης Ιουλίου, το 2012 η αιχμή περιορίστηκε στα 9.894 μεγαβάτ και εμφανίστηκε στις 3 το μεσημέρι της 16ης Ιουλίου.
Μιχάλης Καϊταντζίδης
(euro2day.gr)