Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέστησε νομικά δεσμευτικά,
βάσει των
αντιμονοπωλιακών κανόνων της ΕΕ, τα μέτρα που υπέβαλε η Ελλάδα
προκειμένου να εξασφαλίσει τη δίκαιη πρόσβαση στην παραγωγή ηλεκτρισμού
με καύση λιγνίτη για τους ανταγωνιστές της Δημόσιας Επιχείρησης
Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), της κατεστημένης επιχείρησης ηλεκτρικής ενέργειας. Τα
μέτρα είναι επίσης σύμφωνα με τους στόχους της ΕΕ για το κλίμα και την
ενέργεια.
Στην απόφαση του Μαρτίου 2008, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Ελλάδα είχε παραβεί τους κανόνες ανταγωνισμού παρέχοντας στην κρατικής ιδιοκτησίας κατεστημένη επιχείρηση παραγωγής ηλεκτρισμού, τη ΔΕΗ, δικαιώματα προνομιακής πρόσβασης σε λιγνίτη, και κάλεσε την Ελλάδα να προτείνει μέτρα για τη διόρθωση των δυσμενών για τον ανταγωνισμό συνεπειών της
συγκεκριμένης παράβασης. Λόγω ενστάσεων τόσο στο Γενικό Δικαστήριο όσο και στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα εν λόγω διορθωτικά μέτρα δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή μέχρι σήμερα.
Η Επιτροπή κατέληξε σήμερα στο συμπέρασμα ότι η τροποποιημένη τελική εκδοχή των διορθωτικών μέτρων που υπέβαλε η Ελλάδα στις 19 Ιανουαρίου 2018 αντιμετωπίζει πλήρως την παράβαση που διαπίστωσε η Επιτροπή στην απόφασή της του 2008, ενώ ταυτόχρονα λαμβάνει υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της Ελλάδας και τις συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην αγορά.
Τα διορθωτικά μέτρα αποσκοπούν στην εξάλειψη των προνομίων που έχουν δημιουργηθεί από τα ειδικά δικαιώματα πρόσβασης που έχουν παραχωρηθεί στη ΔΕΗ. Συγκεκριμένα, ορίζουν ότι η ΔΕΗ θα προβεί σε αποεπένδυση όσον αφορά τις μονάδες της Μελίτης (συμπεριλαμβανομένης της αδειοδοτημένης μονάδας Μελίτη 2) και τις μονάδες Μεγαλόπολη 3 και 4 που τροφοδοτούνται με λιγνίτη. Η αποεπένδυση θα περιλαμβάνει επίσης τους αναγκαίους εργαζομένους και τα αντίστοιχα ορυχεία λιγνίτη.
Η δοκιμή αγοράς που πραγματοποίησε η Επιτροπή έδειξε ότι τα προτεινόμενα διορθωτικά μέτρα αποτελούν ικανοποιητικό τρόπο αντιμετώπισης των αντιρρήσεων της Επιτροπής. Τα περιουσιακά στοιχεία που πρόκειται να εκχωρηθούν θα επιτρέψουν στους αγοραστές να ανταγωνίζονται άμεσα και πιο αποτελεσματικά στην ελληνική χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Προκειμένου να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά, οι ανταγωνιστές της ΔΕΗ πρέπει να διαθέτουν πρόσβαση σε δυναμικότητα βασικού φορτίου, που στην Ελλάδα εξακολουθεί να εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τον λιγνίτη, ιδίως κατά τις περιόδους εκτός αιχμής. Η αυξημένη πρόσβαση σε δυναμικότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση λιγνίτη θα βοηθήσει να ενισχυθεί η ανταγωνιστική πίεση στην ελληνική αγορά χονδρικής και να αντιμετωπιστούν οι διαρκείς στρεβλώσεις προς όφελος της ΔΕΗ.
Ταυτόχρονα, με την εκποίηση υφιστάμενης δυναμικότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη και την αποφυγή του περαιτέρω ανοίγματος και εκμετάλλευσης νέων λιγνιτωρυχείων, τα διορθωτικά μέτρα λαμβάνουν επίσης υπόψη την περιβαλλοντική πολιτική της Ελλάδας και τους στόχους της ΕΕ για το 2020 σχετικά με τη μείωση των εκπομπών CO2.
Βάσει των προτεινόμενων μέτρων, η ΔΕΗ θα προκηρύξει διαγωνισμό για την εκχώρηση των ανωτέρω εγκαταστάσεων έως τον Μάιο του 2018.
Στην απόφαση του Μαρτίου 2008, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Ελλάδα είχε παραβεί τους κανόνες ανταγωνισμού παρέχοντας στην κρατικής ιδιοκτησίας κατεστημένη επιχείρηση παραγωγής ηλεκτρισμού, τη ΔΕΗ, δικαιώματα προνομιακής πρόσβασης σε λιγνίτη, και κάλεσε την Ελλάδα να προτείνει μέτρα για τη διόρθωση των δυσμενών για τον ανταγωνισμό συνεπειών της
συγκεκριμένης παράβασης. Λόγω ενστάσεων τόσο στο Γενικό Δικαστήριο όσο και στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα εν λόγω διορθωτικά μέτρα δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή μέχρι σήμερα.
Η Επιτροπή κατέληξε σήμερα στο συμπέρασμα ότι η τροποποιημένη τελική εκδοχή των διορθωτικών μέτρων που υπέβαλε η Ελλάδα στις 19 Ιανουαρίου 2018 αντιμετωπίζει πλήρως την παράβαση που διαπίστωσε η Επιτροπή στην απόφασή της του 2008, ενώ ταυτόχρονα λαμβάνει υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της Ελλάδας και τις συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην αγορά.
Τα διορθωτικά μέτρα αποσκοπούν στην εξάλειψη των προνομίων που έχουν δημιουργηθεί από τα ειδικά δικαιώματα πρόσβασης που έχουν παραχωρηθεί στη ΔΕΗ. Συγκεκριμένα, ορίζουν ότι η ΔΕΗ θα προβεί σε αποεπένδυση όσον αφορά τις μονάδες της Μελίτης (συμπεριλαμβανομένης της αδειοδοτημένης μονάδας Μελίτη 2) και τις μονάδες Μεγαλόπολη 3 και 4 που τροφοδοτούνται με λιγνίτη. Η αποεπένδυση θα περιλαμβάνει επίσης τους αναγκαίους εργαζομένους και τα αντίστοιχα ορυχεία λιγνίτη.
Η δοκιμή αγοράς που πραγματοποίησε η Επιτροπή έδειξε ότι τα προτεινόμενα διορθωτικά μέτρα αποτελούν ικανοποιητικό τρόπο αντιμετώπισης των αντιρρήσεων της Επιτροπής. Τα περιουσιακά στοιχεία που πρόκειται να εκχωρηθούν θα επιτρέψουν στους αγοραστές να ανταγωνίζονται άμεσα και πιο αποτελεσματικά στην ελληνική χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Προκειμένου να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά, οι ανταγωνιστές της ΔΕΗ πρέπει να διαθέτουν πρόσβαση σε δυναμικότητα βασικού φορτίου, που στην Ελλάδα εξακολουθεί να εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τον λιγνίτη, ιδίως κατά τις περιόδους εκτός αιχμής. Η αυξημένη πρόσβαση σε δυναμικότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με καύση λιγνίτη θα βοηθήσει να ενισχυθεί η ανταγωνιστική πίεση στην ελληνική αγορά χονδρικής και να αντιμετωπιστούν οι διαρκείς στρεβλώσεις προς όφελος της ΔΕΗ.
Ταυτόχρονα, με την εκποίηση υφιστάμενης δυναμικότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη και την αποφυγή του περαιτέρω ανοίγματος και εκμετάλλευσης νέων λιγνιτωρυχείων, τα διορθωτικά μέτρα λαμβάνουν επίσης υπόψη την περιβαλλοντική πολιτική της Ελλάδας και τους στόχους της ΕΕ για το 2020 σχετικά με τη μείωση των εκπομπών CO2.
Βάσει των προτεινόμενων μέτρων, η ΔΕΗ θα προκηρύξει διαγωνισμό για την εκχώρηση των ανωτέρω εγκαταστάσεων έως τον Μάιο του 2018.