Δραματική μείωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τις συμβατικές
μονάδες, με πρώτες τις λιγνιτικές, καταγράφουν τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ για
το μήνα Ιούλιο, αλλά και για το 7μηνο του 2013.
Η εικόνα του συστήματος ηλεκτροπαραγωγής το 2013, δεν έχει καμία σχέση
με αυτή του 2012 και πολύ περισσότερο με του 2011 και του 2010.
Η μεγάλη μείωση της ζήτησης λόγω της κρίσης, είναι η μία αιτία.
Η σημαντικότερη ωστόσο είναι η μεγάλη αύξηση της παραγωγής από ΑΠΕ, καθώς μέσα σε ένα χρόνο έχει ανατρέψει όλα τα δεδομένα. Εξαφάνισε την αιχμή της ζήτησης το μεσημέρι και πλέον επιβάλλει άλλες λογικές, τόσο ως προς τη συνεισφορά του κάθε καυσίμου στην κάλυψη της ζήτησης, όσο και στην εμπορική πολιτική της δεσπόζουσας επιχείρησης που είναι η ΔΕΗ, ώστε να διατηρήσει στη ζωή μονάδες αξίας δισεκατομμυρίων, όπως οι λιγνιτικές, οι οποίες κινδυνεύουν άμεσα.
Τα αναλυτικά στοιχεία που έδωσε ο ΑΔΜΗΕ με το μηνιαίο δελτίο του Ιουλίου, δείχνουν ότι το 7ηνο του 2013:
· Η συμμετοχή των λιγνιτικών στην εγχώρια παραγωγή ήταν σταθερά κάτω από το 50%, ενώ τον Μάρτιο και τον Απρίλιο βρισκόταν στο 39%
· Οι ΑΠΕ συμμετείχαν με ποσοστά 13-19% και τον Ιούλιο με 16%
· Οι μονάδες φυσικού αερίου με ποσοστά 19-28% και τον Ιούλιο με 28%
· Η παραγωγή ΑΠΕ στο δίκτυο (κυρίως φωτοβολταϊκά), είναι πλέον σχεδόν διπλάσια από την παραγωγή ΑΠΕ του συστήματος (υψηλή τάση). Δηλαδή το δίκτυο που παλαιότερα ήταν μόνο κατανάλωση, σήμερα παράγει μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικού.
Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί η συνεχιζόμενη κάμψη της ζήτησης.
Με εξαίρεση τον Απρίλιο, όπου υπήρξε μικρή αύξηση 1,9%, όλους τους υπόλοιπους η ζήτηση ήταν μειωμένη σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2012.
Έτσι και τον Ιούλιο η συνολική ζήτηση μειώθηκε κατά 13,6%, ενώ η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας από το σύστημα (τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής) έφτασε το 19%.
Το ποσοστό αυτό θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο, αν δεν αυξανόταν κατά 4,8% η κατανάλωση στους πελάτες υψηλής τάσης (μεταλλουργίες, χαλυβουργίες, τσιμέντα κ.λπ.).
Στην πραγματικότητα δηλαδή, οι ελάχιστες βιομηχανικές-μεταποιητικές μονάδες που πληρώνουν πανάκριβα το ρεύμα στη ΔΕΗ, συνέχισαν να προσφέρουν έργο σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Οι επιπτώσεις των παραπάνω στην οικονομική λειτουργία του συστήματος είναι παραπάνω από εμφανείς.
Ο συντελεστής χρησιμοποίησης των συμβατικών μονάδων και κυρίως αυτών που καλύπτουν φορτία βάσης (λιγνιτικές) έχει μειωθεί δραστικά. Ο μέσος όρος για όλες τις λιγνιτικές, τον Ιούλιο ήταν 60%. Ωστόσο πολλές μονάδες λειτουργούν και.... κάτω από το ποσοστό αυτό, με αποκορύφωμα τη Μελίτη 1 που λειτούργησε με 47%.
Η εικόνα είναι χειρότερη στις μονάδες συνδυασμένου κύκλου της ΔΕΗ, οι οποίες λόγω της αδυναμίας τους να ανταποκριθούν στα σημερινά δεδομένα λειτουργίας του συστήματος (μεγάλη διείσδυση ΑΠΕ), λειτουργούν με συντελεστές χρησιμοποίησης μεταξύ 25και 37%. Εξαίρεση η νέα μονάδα συνδυασμένου κύκλου του Αλιβερίου, που έχει συντελεστή 58%, ενώ γύρω στο 50% είναι το αντίστοιχο ποσοστό για τις ιδιωτικές μονάδες.
Τα συμπεράσματα από όλα αυτά, μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
* Οι ΑΠΕ αποκτούν σταδιακά κυρίαρχη θέση στο σύστημα παραγωγής, αλλά και προσφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
* Οι μονάδες φυσικού αερίου, θα μετατραπούν σταδιακά σε μονάδες γρήγορης εκκίνησης – σβησίματος, ώστε να ανταποκρίνονται με την απαιτούμενη ταχύτητα στις απαιτήσεις του δικτύου, ανάλογα με την ηλιοφάνεια και τους ανέμους, από τη στιγμή που η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ (κυρίως αιολικά και φωτοβολταϊκά) ξεπερνά σήμερα τα 4.000 μεγαβάτ.
* Η κατανάλωση φυσικού αερίου εκ των πραγμάτων θα μειωθεί, λόγω της μειωμένης λειτουργίας των μονάδων που καίνε φυσικό αέριο.
* Οι λιγνιτικές μονάδες θα δεχτούν μεγάλη πίεση, καθώς ορισμένες από αυτές, λόγω παλαιότητας, υψηλών εκπομπών ρύπων και χαμηλού συντελεστή απόδοσης, θα οδηγηθούν αναπόφευκτα σε κλείσιμο.
* Η πιθανότητα να διακόψει τη λειτουργία της η ΛΑΡΚΟ αλλά και άλλες μεταλλουργίες, ή βιομηχανικοί καταναλωτές με σταθερά φορτία, λόγω υψηλής τιμής ηλεκτρικού και οικονομικής κρίσης, θα είναι μοιραία και για τη ΔΕΗ καθώς θα χάσει μεγάλο μέρος από τα 800 μεγαβάτ που κρατάνε στη ζωή τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ.
Και εν τέλει είναι στο χέρι της ίδιας της ΔΕΗ, αντί όπως τώρα να χρησιμοποιεί την μονοπωλιακή της θέση στον έλεγχο των λιγνιτών και των υδροηλεκτρικών, αποτελειώνοντας επιχειρήσεις όπως η ΛΑΡΚΟ, να προσφέρει πραγματικά χαμηλά και ειδικά τιμολόγια για τη βιομηχανία, προκειμένου να διασώσει την παραγωγική της υποδομή σε λιγνιτικά εργοστάσια, να διασώσει τη βιομηχανία και να βοηθήσει την ελληνική οικονομία να ανακάμψει.
(Μ. Καϊταντζίδης, Euro2day)
Η μεγάλη μείωση της ζήτησης λόγω της κρίσης, είναι η μία αιτία.
Η σημαντικότερη ωστόσο είναι η μεγάλη αύξηση της παραγωγής από ΑΠΕ, καθώς μέσα σε ένα χρόνο έχει ανατρέψει όλα τα δεδομένα. Εξαφάνισε την αιχμή της ζήτησης το μεσημέρι και πλέον επιβάλλει άλλες λογικές, τόσο ως προς τη συνεισφορά του κάθε καυσίμου στην κάλυψη της ζήτησης, όσο και στην εμπορική πολιτική της δεσπόζουσας επιχείρησης που είναι η ΔΕΗ, ώστε να διατηρήσει στη ζωή μονάδες αξίας δισεκατομμυρίων, όπως οι λιγνιτικές, οι οποίες κινδυνεύουν άμεσα.
Τα αναλυτικά στοιχεία που έδωσε ο ΑΔΜΗΕ με το μηνιαίο δελτίο του Ιουλίου, δείχνουν ότι το 7ηνο του 2013:
· Η συμμετοχή των λιγνιτικών στην εγχώρια παραγωγή ήταν σταθερά κάτω από το 50%, ενώ τον Μάρτιο και τον Απρίλιο βρισκόταν στο 39%
· Οι ΑΠΕ συμμετείχαν με ποσοστά 13-19% και τον Ιούλιο με 16%
· Οι μονάδες φυσικού αερίου με ποσοστά 19-28% και τον Ιούλιο με 28%
· Η παραγωγή ΑΠΕ στο δίκτυο (κυρίως φωτοβολταϊκά), είναι πλέον σχεδόν διπλάσια από την παραγωγή ΑΠΕ του συστήματος (υψηλή τάση). Δηλαδή το δίκτυο που παλαιότερα ήταν μόνο κατανάλωση, σήμερα παράγει μεγάλες ποσότητες ηλεκτρικού.
Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί η συνεχιζόμενη κάμψη της ζήτησης.
Με εξαίρεση τον Απρίλιο, όπου υπήρξε μικρή αύξηση 1,9%, όλους τους υπόλοιπους η ζήτηση ήταν μειωμένη σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2012.
Έτσι και τον Ιούλιο η συνολική ζήτηση μειώθηκε κατά 13,6%, ενώ η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας από το σύστημα (τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής) έφτασε το 19%.
Το ποσοστό αυτό θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο, αν δεν αυξανόταν κατά 4,8% η κατανάλωση στους πελάτες υψηλής τάσης (μεταλλουργίες, χαλυβουργίες, τσιμέντα κ.λπ.).
Στην πραγματικότητα δηλαδή, οι ελάχιστες βιομηχανικές-μεταποιητικές μονάδες που πληρώνουν πανάκριβα το ρεύμα στη ΔΕΗ, συνέχισαν να προσφέρουν έργο σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής. Οι επιπτώσεις των παραπάνω στην οικονομική λειτουργία του συστήματος είναι παραπάνω από εμφανείς.
Ο συντελεστής χρησιμοποίησης των συμβατικών μονάδων και κυρίως αυτών που καλύπτουν φορτία βάσης (λιγνιτικές) έχει μειωθεί δραστικά. Ο μέσος όρος για όλες τις λιγνιτικές, τον Ιούλιο ήταν 60%. Ωστόσο πολλές μονάδες λειτουργούν και.... κάτω από το ποσοστό αυτό, με αποκορύφωμα τη Μελίτη 1 που λειτούργησε με 47%.
Η εικόνα είναι χειρότερη στις μονάδες συνδυασμένου κύκλου της ΔΕΗ, οι οποίες λόγω της αδυναμίας τους να ανταποκριθούν στα σημερινά δεδομένα λειτουργίας του συστήματος (μεγάλη διείσδυση ΑΠΕ), λειτουργούν με συντελεστές χρησιμοποίησης μεταξύ 25και 37%. Εξαίρεση η νέα μονάδα συνδυασμένου κύκλου του Αλιβερίου, που έχει συντελεστή 58%, ενώ γύρω στο 50% είναι το αντίστοιχο ποσοστό για τις ιδιωτικές μονάδες.
Τα συμπεράσματα από όλα αυτά, μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
* Οι ΑΠΕ αποκτούν σταδιακά κυρίαρχη θέση στο σύστημα παραγωγής, αλλά και προσφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
* Οι μονάδες φυσικού αερίου, θα μετατραπούν σταδιακά σε μονάδες γρήγορης εκκίνησης – σβησίματος, ώστε να ανταποκρίνονται με την απαιτούμενη ταχύτητα στις απαιτήσεις του δικτύου, ανάλογα με την ηλιοφάνεια και τους ανέμους, από τη στιγμή που η εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ (κυρίως αιολικά και φωτοβολταϊκά) ξεπερνά σήμερα τα 4.000 μεγαβάτ.
* Η κατανάλωση φυσικού αερίου εκ των πραγμάτων θα μειωθεί, λόγω της μειωμένης λειτουργίας των μονάδων που καίνε φυσικό αέριο.
* Οι λιγνιτικές μονάδες θα δεχτούν μεγάλη πίεση, καθώς ορισμένες από αυτές, λόγω παλαιότητας, υψηλών εκπομπών ρύπων και χαμηλού συντελεστή απόδοσης, θα οδηγηθούν αναπόφευκτα σε κλείσιμο.
* Η πιθανότητα να διακόψει τη λειτουργία της η ΛΑΡΚΟ αλλά και άλλες μεταλλουργίες, ή βιομηχανικοί καταναλωτές με σταθερά φορτία, λόγω υψηλής τιμής ηλεκτρικού και οικονομικής κρίσης, θα είναι μοιραία και για τη ΔΕΗ καθώς θα χάσει μεγάλο μέρος από τα 800 μεγαβάτ που κρατάνε στη ζωή τις λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ.
Και εν τέλει είναι στο χέρι της ίδιας της ΔΕΗ, αντί όπως τώρα να χρησιμοποιεί την μονοπωλιακή της θέση στον έλεγχο των λιγνιτών και των υδροηλεκτρικών, αποτελειώνοντας επιχειρήσεις όπως η ΛΑΡΚΟ, να προσφέρει πραγματικά χαμηλά και ειδικά τιμολόγια για τη βιομηχανία, προκειμένου να διασώσει την παραγωγική της υποδομή σε λιγνιτικά εργοστάσια, να διασώσει τη βιομηχανία και να βοηθήσει την ελληνική οικονομία να ανακάμψει.
(Μ. Καϊταντζίδης, Euro2day)